Άποψη γραμμένη για την naftemporiki.gr
Σήμερα – 30 Ιανουαρίου, τελικά: πήγε να μεταφερθεί στην Κυριακή 29 Ιανουαρίου λόγω απεργιών στο Βέλγιο «κατά της λιτότητας», αλλά απεφασίσθη ψυχραιμία για την ευρωπερίσταση… – έχουμε μια ακόμη Κορυφή.
Στο κτήριο Justus Lipsius του Συμβουλίου, αρχιτεκτονικής ελαφρώς σταλινικής μέχρι να φυτρώσει δίπλα του αέρινο κτήριο, ειδικά για τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια Κορυφής, και αφού περάσουν δίπλα από την μπρούντζινη προτομή του Βέλγου νεο – στωικού ουμανιστή (ψέματα: από πλαστικό είναι, με μπρούντζινο επίχρισμα!), οι ηγέτες των κυβερνήσεων και κρατών των «27 μείον 1» (οι Βρετανοί συνεχίζουν να διαφωνούν, να δούμε τώρα πώς οι δικηγόροι θα βγάλουν πέρα νομικά τις αδυναμίες που χτίζονται, εγγενείς, στα επιχειρούμενα σχήματα της «Ευρώπης») θα προωθήσουν τη μείζονα θεσμική αναθεώρηση. Που θα δημιουργήσει, λέει, «ενισχυμένη αρχιτεκτονική» για την Οικονομική και Νομισματική Ενωση, μέσω του «Νέου Δημοσιονομικού Συμφώνου» [Τι είναι αυτό; «Ενα ακόμη πιο κλειστοφοβικό κλουβί απ’ ό,τι το αποτυχημένο Σύμφωνο Σταθερότητας, από το οποίο θα πετάξουμε έξω ακόμη πιο μακριά το κλειδί αφού κλειδωθούμε όλοι μέσα». Θυμηθείτε τον, τον ορισμό]. Α, ναι, θα ξαναδούν παρασκηνιακά και την αντιμετώπιση του ελληνικού ζητήματος – στις 8/9 Δεκεμβρίου είχαν «καλωσορίσει τη δέσμευση/commitment της νέας (τότε) ελληνικής κυβέρνησης, και όλων των κομμάτων που τη στηρίζουν, να υλοποιήσει πλήρως το πρόγραμμά της».
Βέβαια, από την κυβέρνηση Παπαδήμου υπήρχε η προσδοκία το ελληνικό ζήτημα να μείνει χαμηλά, καθώς «δεν αποτελεί αντικείμενο της Κορυφής». Ομως η κα Μέρκελ είχε ούτως ή άλλως προαναγγείλει ότι το ελληνικό ζήτημα θα απασχολούσε την Ευρώπη σοβαρά το πρώτο 6μηνο του 2012: όταν, δε, η Γερμανία προαναγγέλλει, έχουμε π.χ. την «απόλυτη προτεραιότητα [εκ μέρους της Ελλάδος] στην εξυπηρέτηση του χρέους» και δικαίωμα βέτο του «νέου επιτρόπου Προϋπολογισμού» στις δαπάνες και τη φορολογία στην Ελλάδα…
Πώς η συζήτηση της Ελλάδας με την «Ευρώπη» αποκτά κρίσιμη σημασία
Ιδού, λοιπόν, μια πρώτη απάντηση σ’ ένα υπαρξιακό ερώτημα που, μέσα στην εναλλαγή κωμικού και τραγικού και πάλιν κωμικού που έφθασε να αποτελεί η ελληνική δημόσια ζωή, τίθεται πλέον με ένταση. Σε τι ακριβώς χρησιμεύει η κυβέρνηση; Οχι αναγκαστικά, όχι αποκλειστικά ετούτη εδώ η κυβέρνηση συνεργασίας/σωτηρίας κ.ο.κ., αλλά κάθε κυβέρνηση: ναι, είναι μια πλατφόρμα/ένα ρινγκ για την εκκαθάριση κομματικών και ενδοκομματικών λογαριασμών. είναι ένας κοινός τόπος για απόπειρες άσκησης λεπτο-διακυβέρνησης (π.χ. φαρμακοποιοί). είναι και μια όμορφη μνήμη παλαιότερων εποχών – τότε που οι τιτλούχοι απολάμβαναν μαύρα αυτοκίνητα και παρατρεχάμενους και αίσθηση τιμής, χωρίς την απειλή γιαουρτιών και αβγών. Ομως τώρα, υπό τις σημερινές συνθήκες, ο ρόλος της κυβέρνησης είναι κυρίως να υπερασπίζεται τη χώρα, την οικονομία της, την κοινωνία της, τους ανθρώπους της -μην τους ξεχνούμε στην εξίσωση! – απέναντι στο διεθνές σύστημα.
Καθηλωμένοι στην παρακολούθηση των τεχνικών διαδικασιών του PSI, αφήσαμε να ξεφύγουν από τα μάτια μας οι πολύ πιο σημαντικές προσκλήσεις του Νέου Οικονομικού Προγράμματος που δεν αρκεί να το συζητούμε αναμεταξύ μας και να βλέπουμε τι δεν συμφωνούμε (εδώ οι «κοινωνικοί εταίροι» συμφώνησαν μόνον σε de facto πάγωμα των εργασιακών, εδώ η Βουλή δεν κατάφερε να συμφωνήσει για… τους φαρμακοποιούς της Θεσσαλονίκης και τα ωράρια λειτουργίας τους), αλλά χρειάζεται να τις επεξηγήσουμε και στους «έξω». Δηλαδή τι; Να επεξηγήσουμε πού προσάραξε για εγγενείς λόγους η προσαρμογή η οποία εφαρμόστηκε εδώ και 20 μήνες, πού αντιθέτως έμεινε πίσω συνειδητά η διαρθρωτική αλλαγή: να ξεφύγουμε, δηλαδή, από τα εύκολα στερεότυπα, τώρα ακριβώς που και οι ξένοι – με πρώτη κιόλας την κα Μέρκελ!- δέχονται ότι στην «ειδική περίπτωση Ελλάδα» υπήρξε αποτυχία, αστοχία του διεθνούς συστήματος. Να ξαναδούμε τη συνταγή, τη διάγνωση και τη θεραπεία. Να ξαναδούμε προπαντός τους χρόνους προσαρμογής. Να ανακαλύψουμε μαζί μορφές ελαστικότητας.
Σε αυτό θα ‘πρεπε να χρησιμεύει η κυβέρνηση. Σε μια διεθνή επανατοποθέτηση των πραγμάτων, «τύπου Μόντι». Αλλά με τι στήριξη; Από ποια σπαρασσόμενα κόμματα; Από ποιους βαρόνους του ΠΑΣΟΚ που τώρα συνωθούνται ποιος καλύτερα θα αποκηρύξει (ή: δεν έχει διαβάσει) το κακόζηλο αρχικό μνημόνιο; Σε αυτό θα ‘πρεπε να χρησιμεύει η κυβέρνηση – και φυσικά, σε μια συνολική επανεμφάνιση της Ελλάδας του 2012 στην ευρωπαϊκή σκηνή της θεσμικής διαπραγμάτευσης. Μια ευρωπαϊκή σκηνή, όπου το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει ψοφήσει. όπου το Ευρωκοινοβούλιο έχει (ξανα)σβήσει. όπου η Κορυφή λειτουργεί ως spa για τη Γερμανία με θεραπαινίδα τη Γαλλία… Επανεμφάνιση χωρίς τους παπαγαλισμούς ευρωπαϊστικής τοποθέτησης «καλού παιδιού», με όλη την πικρή εμπειρία της «κοινοτικής αλληλεγγύης» του 2010-11. Αλλά με τι στήριξη; Από ποια σπαρασσόμενα κόμματα; κ.ο.κ.
Αμα η σχέση της ελληνικής κοινής γνώμης με την «Ευρώπη» αφεθεί στην τύχη της, θα δούμε να ανεβαίνει – και να εγκαθίσταται- ένα κύμα ευρωαμφισβήτησης, με ρίζα στον καινούργιο ωραίο μας διχασμό μνημονιακών – αντι-μνημονιακών. Που υπόσχεται να προξενήσει μεγάλες και μόνιμες ζημιές. Οπως θα ‘λεγε στο «Βήμα» κι ο Αντ. Καρακούσης, «Ο λαϊκισμός κυβερνώσα ιδεολογία»…
Πόσο το PSI-Plus δεν είναι απλή υπόθεση να αξιολογηθεί
Σ’ αυτά θα ‘πρεπε να χρησιμεύει η κυβέρνηση. Ασφαλώς και για το PSI-Plus, βέβαια, και για το Νέο Οικονομικό Πρόγραμμα (που ήδη βαφτίστηκε, αποκρουστικά, «υπερμνημόνιο» από τα Μέσα Ενημέρωσης). Μιλήσαμε πριν, ως εάν οι διαπραγματεύσεις για το PSI-Plus να υπήρξαν κάτι το σχετικά ευθύγραμμο. Ως εάν οι επιλογές που κρύβονται πίσω από τη διαπραγμάτευση για τα επιτόκια, ή πάλι για την ενεργοποίηση των CACs/των ρητρών συλλογικής δράσης έχουν αυτονόητα θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Τίποτε τέτοιο δεν ισχύει! Ολα τα βήματα της διαπραγμάτευσης αυτής έκρυβαν, κρύβουν ακόμη παγίδες. Γι’ αυτό και, όταν το Χρηματιστήριο γνώρισε (πάλι, μνήμες ημερών αρχαίων…) ημέρες και ώρες νευρωτικής μετάφρασης των ειδήσεων/φημών/προσδοκιών για κατάληξη του PSI-Plus σε άνοδο μέχρι +30% των τραπεζικών μετοχών (που τα χαρτοφυλάκιά τους θα καταγράψουν τις υποαξίες του κουρέματος μέχρις ισοδύναμο 68%-72%), θα μπορούσε κανείς να διερωτηθεί: πόσο σοβαρά τις αντιλαμβανόμαστε τις εξελίξεις;
Συζητώντας τις ημέρες των διεργασιών αυτών με έναν εξ αποστάσεως μεν παρατηρητή των εξελίξεων, όμως με πολύ μεγαλύτερη ένταση ενδιαφερόμενο για το τι βρίσκεται πίσω από τα φαινόμενα του προσκηνίου – τον Αλέκο Παπαδόπουλο, τον οποίο όλο και περισσότεροι προσεγγίζουν και συζητούν μαζί του: τουλάχιστον αυτή η συνήθεια δεν χάθηκε, η συζήτηση… – είδαμε να διαμορφώνεται μια τριπλή ανησυχία. Την καταγράφουμε. Πρώτον, στις συζητήσεις του PSI-Plus αλλά και του Νέου Οικονομικού Προγράμματος διαμορφωνόταν «έξω» (και μεταφέρεται «μέσα») ένα κλίμα εμπιστοσύνης ότι «το πράγμα θα βγει» – αλλά ήδη το επόμενο βαρύ ερώτημα που τίθεται είναι: «όσα (και) τώρα θα συμφωνηθούν, υπάρχει ενδεχόμενο να εφαρμοσθούν στην πράξη;» Αυτή η σταθερή απόσταση μεταξύ αποφασιζόμενων/ψηφιζόμενων και εφαρμοζόμενων στην πράξη αρχίζει να αδειάζει την Ελλάδα – άδικο: θα ‘πρεπε να λέμε «το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας», αλλά η χώρα αντιμετωπίζεται ως σύνολο – από κάθε πειστικότητα.
Δεύτερον, στη συζήτηση για τα διαβόητα CACs, τις ρήτρες δηλαδή συλλογικής δράσης σύμφωνα με τις οποίες ο Ελλην νομοθέτης θα ειδοποιεί/απειλεί όσους δεν δεχθούν τους όρους του κουρέματος -όπως συμφωνηθεί με την πλειονότητα των πιστωτών: οι διαπραγματευτές του IIF αναφέρονται σταθερά στους «επενδυτές», όχι στις τράπεζες ή τις «αγορές»- ότι οι όροι αυτοί θα επεκταθούν και στους μη εθελουσίως προσερχόμενους, ο Αλ. Παπαδόπουλος βλέπει μια μείζονα απειλή. Οχι αν τα CACs διακηρυχθούν ως πίεση, αλλά αν ενεργοποιηθούν/ εφαρμοσθούν στην πράξη άμα δεν υπάρξει μεγάλη συμμετοχή στο τελικό PSI: να εγκατασταθεί διεθνώς ένα «ανεξέλεγκτο κλίμα μακροχρόνιας αναξιοπιστίας» έναντι της Ελλάδας. Το ότι οι σύμβουλοι της ελληνικής διαπραγμάτευσης (και οι «εταίροι» μας, εν πολλοίς) ωθούν προς ψήφιση και ενεργοποίηση των CACs δεν σημαίνει υπ’ αυτήν την έννοια πολλά: δεν θα κληθούν αυτοί να λειτουργήσουν την ελληνική οικονομία σε 5 ή σε 10 χρόνια! Κυρίως, δεν θα έχουν αυτοί να κάνουν με το βαθύ κύμα λαϊκισμού που επαπειλείται με μια κοινοβουλευτική χορωδία, η οποία θα ψάλει (για να ξεφύγει από το φάσμα των γιαουρτιών) «θα τους δείξουμε εμείς, των ξένων που βασανίζουν το λαό μας»!
Τρίτον, μεγάλη ανησυχία Αλ. Παπαδόπουλου για το πώς, πόσο αξιόπιστα και πόσο λειτουργήσιμα θα συμφωνηθεί και θα υλοποιηθεί – εδώ, δε, η υλοποίηση θα βαρύνει την πλευρά των «έξω», περισσότερο από τους πομπώδεις «μέσα»- η στήριξη του ελληνικού τραπεζικού, ευρύτερα του όλου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Που θα βρεθεί ξεθεμελιωμένο από το PSI-Plus. Αμα αυτή η αξιοπιστία δεν εξασφαλιστεί, τότε είναι που θα έχουμε πάει δεκαετίες πίσω την ελληνική οικονομία.
Α.Δ.ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗΣ